Ο Γιάννος Παπαντωνίου δικάζεται για το «δώρο» ύψους 2,5 εκατ. ευρώ από την «THALES NEDERLAND B.V.» εικοσιτρία χρόνια μετά

    

Την ενοχή του Γιάννου Παπαντωνίου για ξέπλυμα μαύρου χρήματος πρότεινε ο εισαγγελέας της έδρας του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, Αλέξανδρος Σπηλιώτης. Ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ βρίσκεται στο εδώλιο για υπόθεση ξεπλύματος μαύρου χρήματος ύψους 2.437.962 ευρώ που φέρεται να έλαβε ως «δώρο» από την «THALES NEDERLAND B.V.» προκειμένου να βάλει την υπογραφή του στη σύμβαση του 2003 για τον εκσυγχρονισμού 6 φρεγατών του πολεμικού Ναυτικού.

Μαζί του κατηγορούνται για το ίδιο αδίκημα η σύζυγός του Σταυρούλα Κουράκου αλλά και ο στενός φίλος του ζευγαριού Ανδρέας Μπάρδης. Και για τους δύο ο εισαγγελέας επίσης ζήτησε να κηρυχθούν ένοχοι.

Ο εισαγγελέας Αλέξανδρος Σπηλιώτης, εξέφρασε την ακλόνητη πεποίθησή του πως το ποσό των περίπου 2,5 εκατ. ευρώ που είχε εντοπιστεί σε λογαριασμούς στο εξωτερικό, του κ. Παπαντωνίου, αποτελεί προϊόν δωροδοκίας του πρώην υπουργού για την επιλογή συγκεκριμένης εταιρίας σε πρόγραμμα εκσυγχρονισμού έξι φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού, το 2003. Όπως ανέφερε ο εισαγγελικός λειτουργός, η επίμαχη σύμβαση «έχει όλα τα στοιχεία της απιστίας και ζημίωσε το Δημόσιο κατά 381 εκατ. ευρώ. Γι’ αυτό έγινε η δωροδοκία. Τίποτα δεν γίνεται τσάμπα».

Κατά την πολύωρη αγόρευση του ο εισαγγελέας τόνισε πως ο πρώην υπουργός έλαβε μετρητά ως δώρο, στο πλαίσιο της σύμβασης για τον εκσυγχρονισμό 6 φρεγατών από την «Thales Nederland BV» και εν συνεχεία προχώρησε στη νομιμοποίηση των ποσών αυτών μέσω των συγκατηγορουμένων του, Σταυρούλας Κουράκου και Ανδρέα Μπάρδη, αλλά «και άλλων προσώπων, για τα οποία παραγράφηκε το αξιόποινο».

Όπως ανέφερε ο εισαγγελέας, «η δωροδοκία προκύπτει ξεκάθαρα από τη ροή των χρημάτων, με χρόνο 31/7/2002 έως 20/10/2003. Το ότι δεν υπάρχει αντιστοιχία στις διακινήσεις χρημάτων στους λογαριασμούς, δεν δημιουργεί πρόβλημα στην αποδεικτική διαδικασία». Συμπλήρωσε μάλιστα, πως «δεν μπορεί να λέμε ότι η δωροδοκία θα γίνει μέσω web banking» και τόνισε πως δεν αναμένει κανείς να «φανούν» τα χρήματα από τις τράπεζες, καθώς «αλλιώς γίνονται αυτές οι δουλειές! Δια της μεταφοράς μετρητού χρήματος».

Ο κ. Σπηλιώτης επεσήμανε πως η πορεία των παράνομων χρημάτων είναι αυτή που περιγράφεται στο κατηγορητήριο και πως η συνδρομή του οικογενειακού φίλου είναι καθοριστικής σημασίας: «Ο Μπάρδης λάμβανε χρηματικά ποσά μετρητά από τους Γιάννο Παπαντωνίου και Σταυρούλα Κουράκου, τα έβαζε διαδοχικά στον εγχώριο λογαριασμό και μετά τα χρήματα έφταναν στην Ελβετία. Ο Παπαντωνίου έδωσε στον Μπάρδη περίπου 2,5 εκατ. ευρώ. Έπρεπε αυτά τα λεφτά να αποκτήσουν νομιμοφάνεια. Έγινε λοιπόν μια επένδυση σε ομόλογο που έχει το ρόλο του “πλυντηρίου”. Από που έχεις το χρήμα; Από την ρευστοποίηση του ομολόγου!».

Όπως τόνισε ο εισαγγελέας, όλη η υπόθεση έφθασε στις Αρχές λόγω των ενεργειών της τράπεζας της Ελβετίας που είδε τις ύποπτες συναλλαγές και τις αδικαιολόγητες κινήσεις και ζήτησε εξηγήσεις από τον κ. Μπάρδη.

Καταλήγοντας, ο εισαγγελικός λειτουργός ζήτησε από τους δικαστές να μην δεχθούν τους ισχυρισμούς του πρώην υπουργού όσον αφορά την προέλευση των χρημάτων. Ο εισαγγελέας αντέκρουσε ένα προς ένα τα επιχειρήματα που έχει αναπτύξει ο πρώην υπουργός για να δικαιολογήσει τα επίδικα ποσά, εξηγώντας πως τα 2,5 εκατ. ευρώ, δεν έχουν αναγωγή ούτε σε χρήματα της αδελφής του, ούτε της πρώην συζύγου του βασικού κατηγορούμενου.

«Κοροϊδευόμαστε» είπε για τους ισχυρισμούς περί «θείας από τη Νιγηρία»

Σχετικά με τους ισχυρισμούς περί χρημάτων που ήρθαν από τη «θεία από τη Νιγηρία» και την πρώην σύζυγό του, ο εισαγγελέας δήλωσε χαρακτηριστικά πως «κοροϊδευόμαστε», υπογραμμίζοντας παράλληλα και για τους υπόλοιπους εμπλεκόμενους πως δεν έχουν απαλλαγεί, αλλά πως παραγράφηκε το αξιόποινο.

«Είπε για κάποια αδελφή του πατέρα του στο Νίγηρα που είχε χρήματα και του έδινε. Αυτά τα χρήματα τα αποταμίευε είπε και μπόρεσε να εξοικονομήσει το ποσό αυτό. Βέβαια, δεν έφταναν αυτά τα χρήματα για να συμπληρωθεί το ποσό, έμενε ένα ποσό 700.000 ευρώ το οποίο είπε πως ήταν από την πρώην γυναίκα του την οποία είχε διευκολύνει και του το επέστρεψε από το 1993-1997 που απεβίωσε. Το σύνολο το χρημάτων όπως δικαιολογούνται από τον κατηγορούμενο, είναι υπερδεκαετίας…Δεν μπορεί να υποστηριχθεί με λογική ακολουθία ο ισχυρισμός ότι είχε κρατήσει μετρητά 2,5 εκ ευρώ σε διάστημα 15 χρόνων», τόνισε ο εισαγγελέας και πρόσθεσε:

«Δηλαδή… σκέφτηκε εκείνη την περίοδο όταν υπογράφηκε η σύμβαση, θυμήθηκε να τα πάει έξω στην Ελβετία τα χρήματα γιατί ήθελε να τα εξασφαλίσει. Σε ένα τρίτο που ακούει τέτοιο αφήγημα του δημιουργούνται αμφιβολίες και υποψίες ότι κοροϊδευόμαστε».

Σχετικά με το ότι μέρος του ποσού προήλθε από επιστροφή χρημάτων που του έκανε η πρώην σύζυγος του, η οποία έχει αποβιώσει, ο εισαγγελέας ανέφερε: «Δεν είναι αυτή η προέλευση των χρημάτων. Και θα πω και κάτι ακόμα. Ο κατηγορούμενος είχε τις χείριστες σχέσεις με την πρώην σύζυγο του! Δεν είναι τα πράγματα όπως παρουσιάζονται. Δεν υπήρχαν αρμονικές σχέσεις και αλληλοβοήθεια. Αυτά τα λένε τα γεγονότα».

Η δίκη θα συνεχιστεί στις 10 Σεπτεμβρίου με αγορεύσεις δικηγόρων ενώ τον τελευταίο λόγο θα έχουν οι δικαστές που θα εκδώσουν την ετυμηγορία τους.