Μα σπίτια δεν έχετε; 

Του Ιωάννη Δαμίγου

Αποτυχημένοι πολιτικά γέροντες, αποτυχημένοι νέοι πολιτικοί που γέρασαν πρόωρα, στείρα πρόσωπα και μυαλά πεπερασμένα, επιμένουν. Επιμένουν άρρωστα στο ανικανοποίητο της ματαιότητάς τους, εξευτελιζόμενοι να διασύρονται ως υπάλληλοι για συμπλήρωμα ενσήμων σύνταξης θαρρείς.  Κουρασμένοι σέρνουν την σκιά τους σε δημόσιες εκδηλώσεις, περιμένοντας το φιλί της ζωής από εντεταλμένους δημοσιογράφους λαϊκίστικου ρεπορτάζ, για μια δήλωση βγαλμένη μόλις από τον φούρνο μικροκυμάτων συνταγή ετών, ύπαρξης στη ζωή που οι ίδιοι χάλασαν. Δεν πλήρωσαν ποτέ τον λογαριασμό, βούτηξαν και το πουρμπουάρ που αφήσαμε.

Μα σπίτια δεν έχετε; Δικούς σας ανθρώπους να σας περιμένουν δεν έχετε; Γονείς, παιδιά, εγγόνια, οικογένεια δεν έχετε; Κουράσατε αποτυχόντες, κουραστήκατε και εσείς, σας βαρέθηκε ακόμα και η φθίνουσα κοινωνία,  μα πόσο άρρωστοι είστε; Μάλλον δεν έχετε κάποιον που πραγματικά σας αγαπά, για να σταματήσει αυτή την γελοιοποίησή σας.

Σας στηρίζει όμως το σύστημα, με υποστύλωση βαρβάτη βέβαια, καθώς το υπηρετήσατε πιστά χρόνια τώρα και σας διατηρεί ως χρήσιμους ακόμα, μια και αυτό σας έγινε κυριολεκτικά τρόπος ζωής. Κι ας φωνάζει η πραγματικότητα κορεσμένη από την προκλητική ανικανότητά σας, που από προσφορά τάχα, κατάντησε ένα κατάπτυστο επάγγελμα κηφήνων και παράσιτων, με εξαιρετικές αποδοχές. Χώρια οι οικογενειακές επαγγελματικές υπηρεσίες ανταπόδοσης, σε περίοπτες δημόσιες θέσεις, συγγενικών προσώπων. Τα δώρα της δημοσιότητας σε άχρηστους κόλακες, με δυνατότητα υπογραφής νομοσχεδίων και αποφάσεων για την αδιάφορη ζωή άγνωστων συμπολιτών.

Πονηροί εντολοδόχοι, που απ’ αλλού ξεκίνησαν υπερασπιζόμενοι, στην συνέχεια πέρασαν στην ασφάλεια της εξοικονόμησης επιβίωσης και κατέληξαν εξυπηρετώντας το σύστημα , έχοντας λύσει τις ανάγκες και των παιδιών τους. Και εξακολουθούν να προβάλλουν τις απόψεις τους με στόμφο, ως καταξιωμένοι ρήτορες και έμπειροι στο να πλατειάζουν το τίποτα, να δικαιολογούν το λάθος και να προτείνουν ανεφάρμοστες εγκυκλοπαιδικές λύσεις  με το “πρέπει” να κυριαρχεί τρεις και τέσσερις φορές σε μια πρόταση. Έχουν προσθέσει στον ξύλινο λόγο τους και μέταλλο, καθιστώντας τον ακόμα πιο ανελαστικό και αποκρουστικό.

Χειρότεροι οι νέοι που ακολουθούν τα ίδια βήματα, της εξαπάτησης και του προσωπικού κέρδους. Πιο γερασμένοι από βαρετούς γέροντες πρότυπα αντιγραφής και επαγγελματικής καταξίωσης, στερούμενα αρχών, ήθους και κυρίως αξιοπρέπειας, με σκοπό μια θέση απομύζησης του κρατικού κορβανά. Ο ευτελισμός του πολιτικού και η απαξίωσή του, που βολεύει τοιουτοτρόπως το κατεστημένο και του εξασφαλίζει σταθερότητα και μακροβιότητα.

Μια φορά λοιπόν, πράγμα απίθανο, να ρωτούσε ένας δημοσιογράφος, όλους αυτούς τους πολλούς αποτυχημένους, που έχουν ρημάξει στην σκόπιμη ανικανότητα αυτόν τον τόπο, “Μα σπίτι δεν έχετε;” Αδειάστε μας την μισθωμένη αδρά γωνιά σας και πάτε στις επαρχίες σας και στους δικούς σας. Νισάφι πια , με τα Ινστιτούτα σας, τα ιδρύματά σας, τις επιχορηγήσεις σας και τις δωρεές εχόντων και κατεχόντων. Το έχετε παραξηλώσει, δεν νομίζετε; Τραβάτε σπίτια σας επιτέλους!